Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

Επικουρικό Κεφάλαιο και ν. 4092/12: Ο πραγματικός σκοπός του νόμου ή πώς χωρίζεται μία ασφαλιστική εταιρεία σε "καλή" και "κακή" για να μοιραστεί αναλόγως...



Πολλά έχουν γραφεί σχετικά με τις απαράδεκτες ρυθμίσεις του ν. 4092/12 για το Επικουρικό Κεφάλαιο.  
Είναι γνωστό ότι αρκετοί δικαστές ήδη τόλμησαν (και σε εφετειακό επίπεδο) να τις ακυρώσουν στην πράξη και δεν συμμορφώθηκαν προς τας υποδείξεις...
Δεν σκοπεύω να επαναλάβω το πληρέστατο και αναλυτικό σκεπτικό των σχετικών αποφάσεων. Έχει δημοσιευτεί εκτενώς και ήδη, όπως πολλοί δικηγόροι, το έχω χρησιμοποιήσει κι εγώ σε δικά μου δικόγραφα. Ομολογώ πως δεν ξέρω ποιος ήταν ο αρχικός συγγραφέας του, ώστε να τον μνημονεύσω ονομαστικά, όπως αρμόζει...
Μία μόνο παράμετρος (με τις ιδιαίτερα σημαντικές προεκτάσεις της...) δεν έχει θιγεί όσο θα έπρεπε μέχρι σήμερα στο συγκεκριμένο ζήτημα κι αυτό είναι το κύριο αντικείμενο αυτού του κειμένου.
Οι εμπνευστές και οι υποστηρικτές των απαράδεκτων ρυθμίσεων του ν. 4092/12 αναφέρουν ως κύρια, αν όχι μόνη, δικαιολογητική βάση για αυτές τον "κοινωνικό σκοπό του Επικουρικού" και ως τέτοιον παρουσιάζουν την  κάλυψη των ζημιωθέντων από ανασφάλιστα οχήματα, η οποία δεν θα υπήρχε αν ...έκλεινε το "Επικουρικό Κεφάλαιο", για να συνάγουν το συμπέρασμα ότι είναι αναγκαία η προστασία του, ώστε να συνεχίσει να τον επιτελεί!... 
Το επιχείρημα αυτό αποτελεί κλασσικό δείγμα της επικίνδυνης προπαγανδιστικής πρακτικής της μισής αλήθειας (ούτε καν μισής...) και παραβλέπει μία σειρά από δεδομένα:
Το Επικουρικό εκτός από τις ζημιές από ανασφάλιστα οχήματα καλύπτει, σύμφωνα με τον ιδρυτικό του νόμο, και τις ζημιές από οχήματα "πρώην" ασφαλισμένα αλλά στην πράξη ανασφάλιστα... Όπως μάλιστα ξέρουμε πολύ καλά "οι παροικούντες εν Ιερουσαλήμ", το 88% περίπου των σημερινών σωρευμένων υποχρεώσεών του αφορά τέτοιες ζημιές, δηλαδή την "κληρονομιά" προς το Επικουρικό από την "ΑΣΠΙΣ ΠΡΟΝΟΙΑ" πρωτίστως αλλά και από "Εγνατία Ασφαλιστική" και άλλες μικρότερες... Ο κοινωνικός σκοπός, λοιπόν, του Επικουρικού Κεφαλαίου είναι σήμερα κατά πρώτο λόγο (ή τουλάχιστον κατά το 88%...) η κάλυψη των "ασφαλισθέντων και μη καλυφθέντων" συμπολιτών μας, οι οποίοι οφείλουν ΜΑΖΙ με τις πρώην ασφαλιστικές τους εταιρείες και πλέον ΜΑΖΙ με το Επικουρικό Κεφάλαιο τα ποσά που επιδικάστηκαν ή θα επιδικαστούν στους ζημιωθέντες.
Η αποκρυβείσα αλήθεια λοιπόν (για την ακρίβεια αποκρυβείσα κατά ποσοστό 88%..) στο παραπάνω επιχείρημα είναι ότι με τις απαράδεκτες ρυθμίσεις του ν. 4092/12 μένουν ουσιαστικά ακάλυπτοι όλοι αυτοί οι συνοφειλέτες του Επικουρικού Κεφαλαίου, οι οποίοι βρίσκονται σήμερα καταδικασμένοι να καταβάλουν (ΜΑΖΙ με το Επικουρικό Κεφάλαιο αλλά στην ουσία ΜΟΝΟΙ αυτοί) δυσθεώρητα ποσά, για τα οποία οι ίδιοι είχαν κάνει όσα το Ελληνικό Κράτος τους επιβάλει: είχαν ασφαλίσει το αυτοκίνητό τους σε ασφαλιστικές εταιρείες που τελούσαν υπό κρατικό έλεγχο ως προς την φερεγγυότητά τους!..
Αν λοιπόν έχουμε πραγματικά ως γνώμονα τον αληθινό και πλήρη κοινωνικό σκοπό του Επικουρικού, προφανώς δεν είναι επιτρεπτό ούτε να περικόπτουμε την ευθύνη του, θεσπίζοντας αστεία ανώτατα όρια κάλυψης υπέρ αυτού, τα οποία, φυσικά, δεν ισχύουν και για τους ομοδίκους του πρώην ασφαλισμένους, ούτε να μεταθέτουμε δήθεν για το απώτατο μέλλον την όποια κάλυψη από το Επικουρικό με τη γνωστή τετραετή αναστολή εκτέλεσης. Ας μην παραβλεφθεί ότι, δεδομένων των συσσωρευμένων υποχρεώσεων του Επικουρικού και των ετήσιων εισπράξεών του, θα χρειαστούν τουλάχιστον 10-12 χρόνια για να μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του κι αυτό αν, ως δια μαγείας, έπαυαν πλήρως οι υποχρεώσεις από ανασφάλιστα οχήματα. Πράγμα που σημαίνει ότι, πέραν της μονιμότητας των περιορισμών στις επιδικαστέες αποζημιώσεις, στην πραγματικότητα θα υπάρξει (με αλλεπάλληλες παρατάσεις) μία μόνιμη αναστολή εκτελέσεων σε βάρος του Επικουρικού. Γι' αυτό το λόγο, εξάλλου, είναι δώρον - άδωρον ο μη περιορισμός των αξιώσεων που ήδη επιδικάστηκαν σε πρώτο βαθμό, αφού η εκτέλεση θα στραφεί και εκεί (και μάλιστα ιδίως εκεί...) κατά των συνοφειλετών του Επικουρικού και το δικαίωμα αναγωγής αυτών επίσης θα είναι άνευ σημασίας  αφού επίσης δεν θα συνοδεύεται και με δικαίωμα εκτέλεσης για τον ίδιο, ως άνω, χρόνο...
Αν λοιπόν δεν καταργηθούν στην πράξη αυτά τα μέτρα (κατά πάγιο τρόπο, με αλλεπάλληλες δικαστικές αποφάσεις), το μόνο βέβαιο είναι ότι μεγάλος αριθμός από αυτούς τους "συνοφειλέτες" του Επικουρικού Κεφαλαίου, τους οποίους αυτό τάχθηκε να προστατεύσει, θα βρεθεί με αναγκαστικές εκτελέσεις να χάνει σπίτια και περιουσίες για να πληρώσει αυτά, που έπρεπε να πληρώσει η ασφαλιστική τους εταιρεία και, πλέον, το Επικουρικό. Ποιος κοινωνικός σκοπός εξυπηρετείται λοιπόν με αυτά τα μέτρα, όταν εξαιτίας αυτών χιλιάδες τέτοιοι οφειλέτες ουσιαστικά θα καταστραφούν πληρώνοντας εξ ιδίων υποχρεώσεις, για τις οποίες αυτοί είχαν ασφαλιστεί;;;
Προφανώς τίθεται το ερώτημα "από πού θα βρεθούν τα λεφτά;".... Η απάντηση ξεκινάει με το ερώτημα αν τελικά το Δημόσιο εγγυάται για τις υποχρεώσεις του Επικουρικού. Και, φυσικά, αυτό πρέπει να ισχύσει, έστω εκ πλαγίου, δεδομένου ότι την ευθύνη του ελέγχου της ασφαλιστικής αγοράς την είχε μέχρι πρότινος το Δημόσιο. Βέβαια τώρα που η ευθύνη αυτή μεταφέρθηκε φαινομενικά στην Τράπεζα της Ελλάδας το ζήτημα γίνεται ακόμα πιο περίπλοκο. Σε κάθε περίπτωση, το βάρος αυτό πρέπει να επωμιστούν όλες οι ασφαλιστικές εταιρείες μαζί, κατ' αντιστοιχία προς το μερίδιο της αγοράς που κατέχουν (και που εν μέρει κληρονόμησαν από αυτές που έκλεισαν...), καθώς τα έσοδά τους από την ασφάλιση των αυτοκινήτων σε όλη τη χώρα μέσα σε ένα εξάμηνο υπερβαίνουν το συνολικό χρέος του Επικουρικού... Συνεπώς, αντί της τετραετούς αναστολής υπέρ του Επικουρικού Κεφαλαίου, αυτό που θα έπρεπε να γίνει ήταν η αύξηση για αυτή την τετραετία της εισφοράς των εταιρειών προς το Επικουρικό στο 12%-15% του συνολικού ασφαλίστρου που εισπράττουν με ταυτόχρονο πάγωμα του συνολικού του ύψους... Δεν χρειάζεται να πω εγώ ποιοι δεν θα ήθελαν ένα τέτοιο μέτρο...
Είναι πάντως προφανές από όλα τα παραπάνω ότι στην πραγματικότητα δεν εξυπηρετήθηκε κανένας κοινωνικός σκοπός και κανένα δημόσιο συμφέρον, αλλά οι νέες ρυθμίσεις έχουν άλλη πραγματική στόχευση.
Για να διακριβωθεί ποια είναι αυτή πρέπει να λάβουμε υπ' όψιν το εξής απλό δεδομένο: Οι ασφαλιστικές εταιρείες που έκλεισαν (π.χ. ΑΣΠΙΣ ΠΡΟΝΟΙΑ) δεν έκλεισαν γιατί συγκεντρώθηκαν υποχρεώσεις από ζημιές μεγαλύτερες από τις αναμενόμενες. Αντίθετα, η ΑΣΠΙΣ ΠΡΟΝΟΙΑ π.χ. έχοντας σοβαρό μερίδιο στην αγορά (τότε) μπορούσε να αντεπεξέλθει στις εν λόγω υποχρεώσεις αν δεν προέκυπταν τα υπόλοιπα προβλήματα (βλ. ΑΣΠΙΣ Bonds, με εξασφαλισμένες αποδόσεις κλπ.), για τα οποία βρίσκεται κατηγορούμενος ο ιδιοκτήτης της και εξαιτίας των οποίων έπεσε έξω η εταιρεία συνολικά.
Δηλαδή το κομμάτι της αγοράς της ασφάλισης αυτοκινήτων, που κατείχε η ΑΣΠΙΣ ΠΡΟΝΟΙΑ (του παραδείγματος), μπορούσε να καλύψει, με τα έσοδα που παρήγαγε, τις υποχρεώσεις, που, τελικά, για άλλους λόγους, άφησε απλήρωτες.
Με λίγα λόγια, στην πράξη συνέβησαν διαδοχικά τα εξής:
  • Η ΑΣΠΙΣ ΠΡΟΝΟΙΑ έκλεισε, αφήνοντας στο Επικουρικό τις υποχρεώσεις που προέκυπταν από τον όγκο των συμβολαίων που είχε.
  • Το Επικουρικό ανέλαβε αυτές τις υποχρεώσεις μεταθέτοντας τις πληρωμές του κατά 2 και πλέον χρόνια αργότερα, πληρώνοντας τελικά ένα πολύ μικρό μέρος αυτών.
  • Οι υπόλοιπες ασφαλιστικές εταιρείες μοιράστηκαν άμεσα (φυσικά...) το μερίδιο της αγοράς, που κατείχε η ΑΣΠΙΣ ΠΡΟΝΟΙΑ, πήραν δηλαδή το καλό μέρος της κληρονομιάς της, χωρίς όμως να αναλάβουν και τις υποχρεώσεις που αντιστοιχούν σε αυτό... (δηλαδή, ό,τι γίνεται με τις "καλές" και "κακές" τράπεζες, βλ. ΑΤΕ κλπ.).
  • Και, τελικά, όταν έφτασε ο κόμπος στο χτένι για το Επικουρικό, που ήταν μαθηματικά βέβαιο ότι θα συμβεί, θεσπίστηκαν τα απαράδεκτα μέτρα του ν. 4092/12, με κύριο σκοπό όχι τον περιορισμό των οφειλών του Επικουρικού Κεφαλαίου για "κοινωνικούς σκοπούς", "δημόσιο συμφέρον" κλπ. αλλά τη θέσπιση πλαισίου, μέσα στο οποίο θα μπορούν να δημιουργούνται διαρκώς τέτοιες φούσκες, που θα ρυθμίζονται κατά καιρούς εκ του ασφαλούς με ανάλογο διαχωρισμό "καλής" και "κακής" ασφαλιστικής. Η "καλή" (δηλαδή το μερίδιο της αγοράς, τα συμβόλαια) θα αναδιανέμεται αυτόματα (εξ ανάγκης...) στην αγορά και η "κακή" (δηλαδή οι υποχρεώσεις που σωρεύτηκαν) θα μεταβιβάζεται πετσοκομμένη, κατά τον ν. 4092/12, στο "Επικουρικό" δηλαδή αφήνοντας στην πράξη το μέγιστο μέρος αυτών στην πλάτη των εκάστοτε πρώην ασφαλισμένων αλλά ακάλυπτων πελατών.
 
Ο ν. 4092/12 προσφέρει ήδη με τις ρυθμίσεις του το πλαίσιο για ανάλογη διαχείριση κάθε νέας "φούσκας" και κυρίως διαμορφώνει την πεποίθηση πως αφού επιβλήθηκε και πέρασε μία φορά κάτι τόσο εξωφρενικό, η επόμενη θα είναι σίγουρα πολύ ευκολότερη και ίσως ακόμα χειρότερη...
Γι' αυτό πέραν όσων ήδη αναπτύσσονται στις γνωστές αποφάσεις εναντίον των ρυθμίσεων  του ν. 4092/12 για το Επικουρικό, καλό θα είναι να προβάλλεται και ο παραπάνω συλλογισμός ως προς τον πραγματικό κοινωνικό σκοπό του Επικουρικού καθώς και να εξηγείται η ως άνω πραγματική σκοπιμότητα των νέων ρυθμίσεων, που στην ουσία θα αναπαράγουν διαρκώς φαινόμενα "ΑΣΠΙΣ ΠΡΟΝΟΙΑ". Και είναι σίγουρα και γι' αυτό το λόγο αναγκαία η κατάργηση των ρυθμίσεων αυτών στην πράξη, διαφορετικά θα βλέπουμε όλο και περισσότερους "επιχειρηματίες" να μετατρέπουν στην ουσία ασφαλιστικές εταιρείες σε "ριχτάδικα" με "μπροστινούς" και όλα τα συναφή... (οι "όροι" δεν είναι δικοί μου, χρησιμοποιούνται από τη Δίωξη Οικονομικού Εγκλήματος για να περιγράψουν παράνομες δραστηριότητες με ακριβώς ανάλογο περιεχόμενο!...).
Δεν μου φαίνεται πάντως πολύ τυχαία η ραγδαία "άνθηση" της ασφάλισης αυτοκινήτων μέσω διαδικτύου, που συνέπεσε χρονικά με τις εν λόγω ρυθμίσεις, από εταιρείες, που δεν είναι οι ίδιες οι γνωστές μεγάλες ασφαλιστικές αλλά τελούν κατά δήλωσή τους υπό την σκέπη αυτών (βλ. π.χ. "EVERYTIME από την INTERRUSSIAN"....), χρησιμοποιούν δηλαδή την εμπιστοσύνη που έχει θεμελιωθεί στην αγορά προς αυτές αναφέροντας το όνομά τους, χωρίς όμως να είναι τόσο βέβαιο ότι θα είναι και αυτές συνυπόχρεες σε περίπτωση ατυχήματος...
Είναι πάντως προφανές από όλα τα ανωτέρω ότι οι ρυθμίσεις του ν. 4092/12 βρίσκονται στην πραγματικότητα σε ευθεία αντίθεση και προς το μόνο σκοπό του Επικουρικού, από αυτούς που εκτίθενται στη σχετική γνωμοδότηση του (καθηγητή μου) κ. Σπυρόπουλου, που δεν θίγεται μέχρι τώρα στις σχετικές δικαστικές αποφάσεις αρκετά, δηλαδή το "δημοσίου συμφέροντος οικονομικό σκοπό" της παρέμβασης στην ασφαλιστική αγορά για την εύρυθμη λειτουργία τηςΕκτός, βέβαια, αν ως εύρυθμη λειτουργία της αγοράς νοείται μόνο η πραγμάτωση εισπράξεων εκ μέρους  των ασφαλιστικών εταιρειών και όχι και η πραγματική κάλυψη, τελικά, των ασφαλιστικών υποχρεώσεων...

Αθήνα, 21-3-2014
Κώστας Ζηκογιάννης
Δικηγόρος Αθηνών
τηλ. επικοινωνίας: 210-6411518
email: zikogiannislaw@gmail.com

Σάββατο 15 Μαρτίου 2014

Νόμος Κατσέλη (3869/10): Μία παγίδα, στα μέτρα των τραπεζών και ποια είναι η λύση.


Όπως συμβαίνει στους περισσότερους δικηγόρους στις μέρες μας, βρίσκομαι κι εγώ συχνά με υποψήφιους πελάτες, που επιθυμούν να υπαχθούν στις ρυθμίσεις του "νόμου Κατσέλη" (ν. 3869/10). Πολλές φορές μάλιστα δεν ζητούν να μάθουν τι δυνατότητες έχουν γενικά για το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν αλλά έρχονται αποφασισμένοι ότι πρέπει να εκκινήσουν αυτή τη διαδικασία.
    Δυστυχώς αυτό που δεν λέει κανείς είναι ότι ο "νόμος Κατσέλη" προσφέρει πραγματικά λύση σε ένα πολύ μικρό ποσοστό από το σύνολο των υπερχρεωμένων συμπολιτών μας. Αντίθετα προς τις προσδοκίες που καλλιεργούνται, άγνωστο από ποιους, οι περισσότεροι που επιδιώκουν την υπαγωγή τους σε αυτές τις διατάξεις τελικά θα αποτύχουν (ήδη αποτυγχάνουν, δεν είναι απλώς πρόβλεψη) και όχι μόνο δεν θα θεραπεύσουν το πρόβλημα αλλά θα το βρουν μπροστά τους ακόμα πιο διογκωμένο στο μέλλον.

Παρά ταύτα τα πινάκια των Ειρηνοδικείων είναι γεμάτα με τέτοιες υποθέσεις, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων θα έχει ατυχή κατάληξη. Το μόνο που, κατ' αρχάς, επιτυγχάνεται είναι η παραγωγή μιας επιπλέον δικηγορικής ύλης, πράγμα που ως δικηγόρος είμαι υποχρεωμένος να θεωρώ καλό (αν και συχνά ακούω κάποια εξωφρενικά "τιμολόγια" συναδέλφων για μια απλή τέτοια διαδικασία του ν. 3869/10).
Αυτό που δεν μπορούσε να εξηγηθεί εύκολα αρχικά ήταν γιατί οι ίδιες Τράπεζες εμφανίζονται να κατευθύνουν τον κόσμο στην υπαγωγή στο νόμο Κατσέλη,  αν όχι να τη διαφημίζουν κιόλας!..


Ο χρόνος και τα αποτελέσματα έχουν πλέον αποδείξει την αιτία...
         Οι τράπεζες, που φαινομενικά θίγονται από αυτόν το νόμο, με τη διαδικασία αυτή έχουν μία σειρά από όχι ασήμαντα ωφελήματα:
  • Πετυχαίνουν να έχουν μία, έστω μικρή, μηνιαία είσπραξη από όλους αυτούς τους πελάτες τους, που πιθανότατα στην πλειοψηφία τους δεν θα κατέβαλαν τίποτα. Το πετυχαίνουν μάλιστα για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα, της τάξης των 3-4 ετών, καθώς οι υπόχρεοι παροτρύνονται από τους ίδιους τους δικηγόρους τους να είναι συνεπείς σε αυτές τις πληρωμές για να μπορούν να εμφανιστούν ευπρόσωπα στο δικαστήριο που θα κρίνει το ζήτημα.
  • Επίσης παίρνουν μια οικειοθελή απεικόνιση της πραγματικής οικονομικής και περιουσιακής κατάστασης του πελάτη - οφειλέτη τους, που ίσως σε αρκετές περιπτώσεις να τους προσφέρει γνώση π.χ. περί κάποιων περιουσιακών στοιχείων, την οποία δεν είχαν πριν και, το σημαντικότερο, ο πελάτης - οφειλέτης δεσμεύεται ότι δεν θα εκποιήσει τίποτα από αυτή μέχρι το τέλος της διαδικασίας (ουσιαστικά αποκτούν εξασφάλιση παρόμοια με την προσημείωση...)!
  • Τέλος, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας έχουν ένα 5%-10% περίπου των περιπτώσεων να υπάγεται τελικά στη ρύθμιση του νόμου Κατσέλη, από την οποία και πάλι δεν χάνουν, αφού εισπράττουν ένα μέρος έστω της οφειλής και το υπόλοιπο 90%-95% βρίσκεται να συνεχίζει να οφείλει τα αρχικά ποσά, έχοντας καταβάλλει ένα μικρό μέρος, που δεν καλύπτει ούτε τους τόκους του διαστήματος που διέτρεξε.
  • Για αυτή τη συντριπτική πλειοψηφία, οι τράπεζες θα έχουν πλέον τη δυνατότητα να διεκδικήσουν την πλήρη εξόφληση των αξιώσεών τους με όλα τα μέσα, που διαθέτουν ήδη ή θα διαθέτουν στο μέλλον (βλ. π.χ. πλήρης απελευθέρωση κατασχέσεων και της πρώτης κατοικίας) έχοντας πλέον και ένα παραπάνω όπλο: την τουλάχιστον έμμεση δικαστική ομολογία του ύψους της οφειλής εκ μέρους των οφειλετών τους από τη διαδικασία του νόμου Κατσέλη!!!
       Δεν είναι λοιπόν υπερβολή να πει κανείς ότι κι αν δεν υπήρχε νόμος Κατσέλη οι τράπεζες θα έπρεπε να τον ανακαλύψουν!... (κατά παράφραση της γνωστής επωδού περί βαρβάρων και άλλων τινών...).
Και επειδή πιστεύω ακράδαντα ότι δεν αρκεί να απορρίπτει απλώς κανείς ό,τι δεν θεωρεί σωστό αλλά πρέπει να προτείνεται και η εναλλακτική, μπορώ με βεβαιότητα να αντιπροτείνω την ευθεία και ξεκάθαρη αμφισβήτηση των οφειλών προς τις τράπεζες.
Το μεγαλύτερο μέρος των τραπεζικών "χορηγήσεων" της τελευταίας δεκαπενταετίας έχει γίνει με ληστρικές πρακτικές και όρους (και ιδίως επιτόκια) και, εφόσον διεκδικηθεί η αναγνώρισή τους, μπορεί να επιτευχθεί, κατά περίπτωση, σημαντική μείωση ή και διαγραφή της οφειλής.  

       Εγώ, ως δικηγόρος, συνεργάζομαι με επιχείρηση επεξεργασίας  δεδομένων (www.DataReplete.gr) που, με τη χρήση ειδικού λογισμικού και λαμβάνοντας υπ' όψιν τους επί μέρους όρους κάθε ξεχωριστής σύμβασης, απεικονίζει με ακρίβεια όλες αυτές τις διαφορές και τα αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά... (σχετικά μπορείτε να δείτε στο ατελές ακόμα site τους). Με αυτόν τον τρόπο έχω χειριστεί ήδη δεκάδες τέτοιες υποθέσεις με επιτυχία.

Το σημαντικό, πάντως, είναι ότι ένα πολύ μικρό ποσοστό όσων μαθαίνουν όλα αυτά, θα αποφασίσουν τελικά να δράσουν, απευθυνόμενοι σε εμένα ή σε οποιονδήποτε άλλο δικηγόρο για να διεκδικήσουν αυτά που δικαιούνται.

Αυτό ακριβώς είναι το αποτέλεσμα της πολιτικής των τραπεζών (παλιά και συνηθισμένη πρακτική κάθε πολυεθνικής), οι οποίες κερδίζουν τέτοια ποσά από το σύνολο των θυμάτων τους, που τους είναι αδιάφορο το μικρό ποσοστό αυτών που θα τις αμφισβητήσει... Αρκεί η πραγματική αντίδραση να παρουσιάζεται ως "γραφικότητα" (ή με όποιον άλλο χαρακτηρισμό ταιριάζει ανά εποχή) και, κυρίως, να παρουσιάζεται ως αδύνατη ή αναποτελεσματική, ενώ παράλληλα πρέπει να υπάρχει και μία "βαλβίδα εκτόνωσης", χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο... Μέρος αυτής της πολιτικής είναι η δημιουργία του νόμου Κατσέλη... Αυτό εξάλλου είναι και το καλό για αυτούς που θα πάρουν την απόφαση να αντιδράσουν, γιατί αν μεγάλωνε υπερβολικά το ποσοστό αυτών που θα κινούνταν εναντίον των τραπεζών, τότε αυτές θα έπαυαν να αδιαφορούν και θα έβρισκαν τον τρόπο να αποφύγουν τη διόγκωση των απωλειών τους.

Συμπέρασμα: 
Σε όποια θέση κι αν βρίσκεται κανείς σε επίπεδο τραπεζικού δανεισμού (είτε είναι δηλ. ενήμερος είτε ήδη έχει διαταγές πληρωμής και κατασχέσεις σε βάρος του), έχει μόνο μία λύση: Να αναζητήσει τώρα τη μόνη αληθινή διέξοδο, αυτή της αμφισβήτησης των οφειλών του.

Αθήνα, 15-3-2014
Κώστας Ζηκογιάννης
Δικηγόρος
τηλ. επικοινωνίας 210-6411518
email: zikogiannislaw@gmail.com 
 


Παρασκευή 14 Μαρτίου 2014

ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ Η ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΩΞΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΗ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΟΑΕΕ


         Είναι κοινώς γνωστό ότι ο ΟΑΕΕ και παλιότερα το ΤΕΒΕ καταδιώκουν (και) ποινικά τους ασφαλισμένους τους για τη μη καταβολή εισφορών.
        Θεωρώντας εξ ορισμού παράλογη αλλά και παράνομη την επένδυση της προσπάθειας διοικητικού καταναγκασμού προς είσπραξη με το μανδύα της "ποινικής μεταχείρισης", επιχείρησα να μελετήσω το νομικό πλαίσιο αυτής της ποινικής διαδικασίας.
        Συνοπτικά το αποτέλεσμα ήταν το ακόλουθο:
      Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η διάταξη που εφαρμόζεται είναι αυτή  του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967, κατά ανεπίτρεπτη (κατά την άποψή μου) αναλογική επέκταση του πεδίου εφαρμογής της, όπως θεσπίζεται ρητά στο γράμμα αυτής, καθιστώντας απαράδεκτη κάθε τέτοια ποινική δίωξη ως αντικείμενη σε θεμελιώδεις συνταγματικές αρχές προστατευόμενες σύμφωνα με τα άρθρα 5 § 3 και 7 § 1 του Συντάγματος, το άρθρο 1 του Π.Κ. καθώς και το άρθρο 7 § 1 της Ε.Σ.Δ.Α.
       Παραθέτω αμέσως κατωτέρω αυτή τη μελέτη προκειμένου να μπορεί οποιοσδήποτε να τη δει και να τη χρησιμοποιήσει.
       
        Πρέπει, πάντως, να επισημάνω τα εξής:
  • Αναμένω και θα δεχθώ με χαρά κάθε αντίθετη άποψη προς συζήτηση και προβληματισμό. Πιθανότατα πολλοί νομικοί, επαρκέστεροι εμού, μπορούν είτε να αντιλέξουν είτε να ενισχύσουν τις απόψεις μου.
  • Η μελέτη μου είναι στη διάθεση κάθε συναδέλφου δικηγόρου για να τη χρησιμοποιήσει, εάν το κρίνει σωστό. Αν το θέλει, ευχαρίστως να συνεισφέρω και εγώ σε αυτό.
  • Είναι επίσης στη διάθεση και οποιουδήποτε άλλου, αλλά πρέπει να επιστήσω την προσοχή στο γεγονός ότι η προβολή της χωρίς νομική συμπαράσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη και περίπλοκη.
  • Σε κάθε περίπτωση είμαι ο ίδιος στη διάθεση οποιουδήποτε είτε για να τον υπερασπιστώ προσωπικά είτε για να εξηγήσω, στο μέτρο του δυνατού, πώς θα μπορούσε να προβάλλει κανείς και μόνος του το σχετικό ισχυρισμό ενώπιον Δικαστηρίου.
        Ολόκληρο το κείμενο της μελέτης αμέσως κατωτέρω:
         Η ποινική δίωξη επαγγελματιών κάθε ειδικότητας για τη μη καταβολή των εισφορών ασφάλισης των ιδίων ασκείται απαραδέκτως, με ανεπίτρεπτη αναλογική εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 1 § 1 του Α.Ν. 86/1967, η οποία δεν καταλαμβάνει την συγκεκριμένη πράξη (μη καταβολή εισφορών αυτού του είδους), ήτοι κατά παράβαση της βασικής αρχής του ποινικού δικαίου «Καμία ποινή χωρίς νόμο», που ενσωματώνεται στα άρθρα 5 § 3 και 7 § 1 του Συντάγματος και, βεβαίως, στο άρθρο 1 του Π.Κ. Ειδικότερα:
          Η διατύπωση των δύο πρώτων παραγράφων του άρθρου 1 του Α.Ν. 86/1967 είναι η εξής:
«1. Οστις υπέχων νόμιμον υποχρέωσιν καταβολής των βαρυνουσών αυτόν τον ίδιον ασφαλιστικών εισφορών (εργοδοτικών), ασχέτως ποσού, προς τους εις το Υπουργείον Εργασίας υπαγομένους πάσης φύσεως Οργανισμούς Κοινωνικής Πολιτικής ή Κοινωνικής Ασφαλίσεως ή ειδικούς Λογαριασμούς, δεν καταβάλλει ταύτας εντός μηνός, αφ’ ής αύται κατέστησαν απαιτηταί, προς τους ως άνω Οργανισμούς τιμωρείται δια φυλακίσεως τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματικής ποινής τουλάχιστον 10 χιλιάδων δραχμών.
2.Οστις παρακρατών ασφαλιστικάς εισφοράς των παρ’ αυτώ εργαζομένων επι σκοπώ αποδόσεως εις τους κατά την παράγραφον 1 Οργανισμούς δεν καταβάλλει ή δεν αποδίδει ταύτας προς τους ανωτέρω Οργανισμούς εντός μηνός αφ΄ ης κατέστησαν απαιτηταί τιμωρείται επί υπ’ εξαιρέσει δια φυλακίσεως τουλάχιστον 6 μηνών και χρηματικής ποινής τουλάχιστον 10 χιλιάδων δραχμών».
          Είναι απολύτως προφανές ότι και οι δύο παραπάνω διατάξεις αναφέρονται ρητά και αποκλειστικά στις ασφαλιστικές εισφορές, που οφείλονται για την εργασία εργαζομένου με εξαρτημένη εργασία, οι οποίες διαχωρίζονται πάντα σε δύο κατηγορίες:
Α) Τις εργοδοτικές, δηλαδή τις εισφορές που καταβάλλει ο ίδιος ο εργοδότης εξ ιδίων για την ασφαλιστική κάλυψη του εργαζομένου σε αυτόν. Και
Β) Τις παρακρατούμενες από το μισθό του εργαζομένου, δηλαδή εισφορές που καταβάλλονται από τον ίδιο τον εργαζόμενο ως ποσοστό από το μισθό του.
          Στις διατάξεις αυτές προβλέπεται συγκεκριμένη (διαφορετική) ποινική μεταχείριση για τη μη απόδοση των ασφαλιστικών εισφορών της πρώτης ή της δεύτερης μορφής εκ μέρους του εργοδότη, καθώς κρίνεται βαρύτερης απαξίας πράξη η μη απόδοση χρημάτων που έχουν παρακρατηθεί από το μισθό του ίδιου του εργαζομένου έναντι της μη καταβολής αυτών, που οφείλονται από τον ίδιο τον εργοδότη.
          Με επόμενες διατάξεις νόμων έγιναν αλλαγές στα ποσά κλπ. που αναφέρονται ανωτέρω χωρίς όμως να αλλάξει ποτέ η παραπάνω διατύπωση. Αντίθετα, πολλές φορές επαναλαμβάνεται ρητά η αναφορά στα συγκεκριμένα είδη ασφαλιστικών εισφορών (εργοδοτικές και παρακρατούμενες από τον εργαζόμενο). Ενδεικτικά, η διάταξη του άρθρου 33 του Ν. 3346/2005 αναφέρει:
«Για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 απαιτείται το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών που βαρύνουν τον υπόχρεο (εργοδοτικών), καθώς και των παρακρατούμενων ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων να υπερβαίνει συνολικώς τα δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ».
Η ανωτέρω διάταξη τροποποιήθηκε με το άρθρο 30 του ν. 3904/2010 ως εξής:
«1. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 απαιτείται το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών, που βαρύνουν τον υπόχρεο (εργοδοτικών), να υπερβαίνει το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ.
2. Για την εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 απαιτείται το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων που παρακρατούνται να υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.».
Και πάλι η διατύπωση του εν λόγω άρθρου (τόσο πριν όσο και μετά την τροποποίησή  του) καταδεικνύει χαρακτηριστικά ότι η πρόβλεψη του άρθρου 1 §§ 1-2 του Α.Ν. 86/1967 αναφέρεται και περιορίζεται μόνο στη μη απόδοση των δύο ειδών ασφαλιστικών εισφορών, που (αμφότερα) αφορούν εργαζόμενο σε εργοδότη και είναι αποδοτέα  από αυτόν (τον εργοδότη) και δη το μεν πρώτο είδος (εργοδοτικές εισφορές) ως οφειλόμενες από τον ίδιο απευθείας το δε δεύτερο (παρακρατούμενες εισφορές από το μισθό) ως οφειλόμενες λόγω της παρακράτησης εκ μέρους του.
Η εφαρμογή, συνεπώς, της § 1 του άνω άρθρου για την άσκηση ποινικής δίωξης κατά επαγγελματιών (κάθε είδους) για τη μη απόδοση ασφαλιστικών εισφορών, που ούτε «εργοδοτικές» είναι (§ 1) ούτε παρακρατούνται από το μισθό κάποιου εργαζομένου (§ 2) είναι ανεπίτρεπτη. Οι ασφαλιστικές εισφορές των επαγγελματιών στα Ταμεία τους αφορούν την ασφαλιστική κάλυψη του εαυτού τους και, συνεπώς, δεν μπορούν να περιγραφούν με οποιαδήποτε από τις σαφείς και περιοριστικές περιγραφές του εν λόγω νόμου. Η αναφορά σε «ασφαλιστικές εισφορές βαρύνουσες αυτόν τον ίδιο» είναι προφανές ότι γίνεται για την αντιδιαστολή προς τις ασφαλιστικές εισφορές που παρακρατούνται από τον εργαζόμενο, δηλ. βαρύνουν τον εργαζόμενο. Για την αποφυγή δε αυτής ακριβώς της παρερμηνείας ο νομοθέτης έθεσε σε παρένθεση τον απολύτως επεξηγηματικό και σαφή προσδιορισμό «εργοδοτικές». Ο επεξηγηματικός αυτός προσδιορισμός περιορίζει αναγκαία και υποχρεωτικά από το σύνολο των διαφόρων ασφαλιστικών εισφορών που βαρύνουν έναν επαγγελματία, ως ποινικά σημαντικές, μόνο αυτές που μπορούν να χαρακτηρίζονται ως «εργοδοτικές». Οι ασφαλιστικές εισφορές του επαγγελματία για την ασφάλιση του εαυτού του προφανέστατα δεν περιγράφονται ως «εργοδοτικές».
Ο Ο.Α.Ε.Ε. στηρίζει την άσκηση ποινικών διώξεων για την επιδίωξη είσπραξης των εισφορών, που οφείλονται προς αυτόν, αδιακρίτως, στη διάταξη του άρθρου 16 § 1 εδ. δ’ του Καταστατικού του της 23-12-2005 (π.δ. 258/2005, ΦΕΚ Α’ 316, 28-12-2005), όπου αναφέρεται:
«1. Οι απαιτήσεις του Ο.Α.Ε.Ε., από πάσης φύσεως καθυστερούμενες εισφορές, πρόσθετα τέλη και ειδικές προσαυξήσεις, εισπράττονται κατά τη διαδικασία του νόμου περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων. (Κ.Ε.Δ.Ε.), όπως ισχύει κάθε φορά. Τίτλους για τη βεβαίωση και την αναγκαστική είσπραξη των απαιτήσεων του Οργανισμού αποτελούν οι Πράξεις Επιβολής Εισφορών και Προσθέτων Τελών (Π.Ε.Ε.Π.Τ.), που συντάσσονται από τα αρμόδια προς τούτο όργανα του. Το ποσό των Π.Ε.Ε.Π.Τ. δεν αναπροσαρμόζεται και εξοφλείται με τις προβλεπόμενες κάθε φορά προσαυξήσεις. Ο Οργανισμός διατηρεί το δικαίωμα να προβαίνει ΚΑΙ στις ενέργειες, που προβλέπονται ΚΑΙ από τον αναγκαστικό νόμο 86/1967 (136 Α'), όπως ισχύει κάθε φορά».
Όπως καθίσταται σαφές από την ανωτέρω διατύπωση του Καταστατικού, με αυτή τη διάταξη δεν θεσπίζεται κάποια επέκταση του πεδίου εφαρμογής του α.ν. 86/1967, όπως αυτό προσδιορίζεται στην εν λόγω διάταξη. Αντίθετα, γίνεται σαφής αναφορά στη δυνατότητα του Ο.Α.Ε.Ε. να επιδιώκει και την εφαρμογή των διατάξεων του α.ν. 86/1967, όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο και πάντοτε στο πλαίσιο που αυτές ισχύουν κάθε φορά και όχι κατά οποιαδήποτε επέκταση του πλαισίου αυτού.
Εν ολίγοις η ως άνω διάταξη του εν λόγω Καταστατικού (ακόμα κι αν μπορούσε να θεωρηθεί ότι ως νομοθέτημα πληροί τις τυπικές προϋποθέσεις, που απαιτούνται για να μπορεί να καθιερώνει ποινική ευθύνη, επεκτείνοντας το πλαίσιο εφαρμογής του ως άνω αναγκαστικού νόμου) είναι απολύτως σαφές ότι δεν προβαίνει σε καμία επέκταση του πεδίου εφαρμογής της προκείμενης ποινικής διάταξης αλλά απλώς παραπέμπει σε αυτή, όπως αυτή ισχύει κάθε φορά. Συνεπώς, σύμφωνα με την ως άνω διάταξη, ο Ο.Α.Ε.Ε. μπορεί να επιδιώξει την εφαρμογή του α.ν. 86/1967 μόνο όταν και αν οι οφειλόμενες προς αυτόν εισφορές περιλαμβάνονται σε αυτές που αναφέρει ο εν λόγω αναγκαστικός νόμος, δηλ. είναι είτε εργοδοτικές είτε παρακρατούμενες από μισθό (έστω εν ευρεία εννοία). Επικουρικά βεβαίως πρέπει να σημειωθεί ότι διαφορετική ερμηνεία της εν λόγω διάταξης του Καταστατικού – Προεδρικού Διατάγματος θα εξακόντιζε αυτήν εκτός του πλαισίου νομοθετικής εξουσιοδότησης από το άρθρο 12 του ν. 2696/1999, οπότε και εξ αυτού του λόγου θα πρέπει να ερμηνευθεί αυτή ως ανωτέρω.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα «εργοδοτικών εισφορών» καταβλητέων σε ασφαλιστικό οργανισμό αυτοαπασχολουμένων (και μάλιστα με πρόσφατο νόμο) είναι οι ασφαλιστικές εισφορές των νέων δικαστικών λειτουργών, για τους οποίους ο ν. 4075/2012 στο άρθρο 39 προβλέπει:
«Οι δικαστικοί λειτουργοί και οι λειτουργοί του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που διορίζονται στο Δημόσιο από 1.1.2011 και μετά, υπάγονται υποχρεωτικά και αυτοδίκαια για κύρια σύνταξη σε ειδικό κλάδο με λογιστική και οικονομική αυτοτέλεια του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του κλάδου κύριας ασφάλισης του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Ε.Τ.Α.Α.). Για την ασφάλιση των ανωτέρω προσώπων στον Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ε.Τ.Α.Α. έχουν εφαρμογή τα προβλεπόμενα από το άρθρο 22 του ν. 2084/1992 (Α' 165), για τους εμμίσθους ασφαλισμένους. Η εργοδοτική εισφορά βαρύνει το Δημόσιο».
Τα ανωτέρω ισχύουν και για μια σειρά νομοθετημάτων, που προέβλεψαν ρητά την εφαρμογή του α.ν. 86/1967 για εισφορές, που οφείλονται προς διάφορα ασφαλιστικά ταμεία, όπως το Τ.Σ.Α.Υ. (άρθρο 4 § 5 ν. 982/1979), το Τ.Α.Κ.Ε. (άρθρο 5 ν.δ. 228/1973) ή το Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. (άρθρο 21 § 2 ν. 915/1979), με τα οποία επίσης δεν θεσπίστηκε καμία απολύτως επέκταση του πεδίου εφαρμογής του ως άνω αναγκαστικού νόμου παρά μόνο ορίστηκε ρητά η εφαρμογή του για τις ασφαλιστικές εισφορές, που ήταν καταβλητέες σε αυτά τα ταμεία, πάντοτε υπό την αναγκαία προϋπόθεση ότι αυτές μπορούν να περιγραφούν ως εργοδοτικές ή ως παρακρατούμενες εργατικές, όπως ακριβώς προβλέπει ο εν λόγω νόμος.
Είναι διάχυτη στο δίκαιο σε πληθώρα διατάξεων η χρήση του προσδιορισμού «εργοδοτικές» για το συγκεκριμένο είδος ασφαλιστικών εισφορών και όχι, βεβαίως, για την αναφορά στις εισφορές αυτασφάλισης των αυτοαπασχολουμένων οποιασδήποτε ειδικότητας. Ο ακριβής ορισμός της έννοιας δεν δίνεται ρητά σε διάταξη ελληνικού νόμου, κυρίως και ακριβώς επειδή χρησιμοποιείται ευρύτατα για να περιγράψει τις εισφορές του εργοδότη και όχι βεβαίως της εισφορές αυτασφάλισης ενός επαγγελματία. Ενδεικτικά αναφέρω το άρθρο 14 § 6 του Κανονισμού Ασφάλισης του Ι.Κ.Α., όπου χρησιμοποιείται ο όρος:
«Η ασφαλιστική εισφορά είναι ενιαία, μη δυναμένου του εργοδότου να καταβάλη ιδιαιτέρως το προερχόμενον εκ της εργοδοτικής εισφοράς ή εισφοράς του ησφαλισμένου τμήμα ταύτης».
Ο όρος «εργοδοτικές εισφορές» επανειλημμένα χρησιμοποιείται σε σωρεία νομοθετημάτων για να προσδιορίσει ότι η εισφορά, που καθιερώνεται με αυτά, είναι καταβλητέα από τον εργοδότη και δεν παρακρατείται από το μισθό του εργαζομένου. Ενδεικτικό και πάλι παράδειγμα η διάταξη του άρθρου 9 § 1 περ. δ’ του β.δ. 502/1963 (που προστέθηκε με το άρθρο 1 του π.δ. 112/13-18 Μαρτίου 1991):
«1. Πόροι του Ταμείου Αρωγής ορίζονται: …
δ. Εργοδοτική εισφορά εκ ποσοστού 1% επί των αποδοχών που υπολογίζεται και η εισφορά των μετοχών. Η εισφορά αυτή καταβάλλεται από 1.5.1990, σύμφωνα με την από 7.3.1990 ειδική συλλογική σύμβαση εργασίας».
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι ο α.ν. 86/1967 αντικατέστησε (στην ουσία) τις προϊσχύσασες διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 1373/1944 και του άρθρου 26 § 6 του α.ν. 1846/1951, οι οποίες ρητά καταργήθηκαν με το άρθρο 3 του α.ν. 86/1967. Με την πρώτη από τις άνω καταργούμενες διατάξεις θεσπιζόταν ποινική μεταχείριση για τη μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών χωρίς να γίνεται οποιαδήποτε περαιτέρω διάκριση. Παρά ταύτα, φαίνεται ότι και τότε η διάταξη αυτή είχε στόχο μόνο την εισφοροδιαφυγή, που αφορούσε την εξαρτημένη εργασία, δεδομένου ότι στην τροποποίηση αυτής με το άρθρο 5 § 1 του ν.δ. 4577/1966 γίνεται επεξηγηματική αναφορά περί «εισφορών εργοδότου ή ησφαλισμένου»! Η δεύτερη καταργηθείσα διάταξη αναφερόταν μόνο σε παρακρατούμενες από το μισθό του εργαζομένου εισφορές και παρέπεμπε ευθέως για τις εργοδοτικές εισφορές στην πρώτη διάταξη, που όπως προαναφέρθηκε ήταν γενική και δεν περιείχε την επεξήγηση «εργοδοτικές» που τέθηκε στον α.ν. 86/1967. Είναι λοιπόν προφανές ότι η προσθήκη στο γράμμα του νόμου του επεξηγηματικού και περιοριστικού προσδιορισμού σε παρένθεση «(εργοδοτικών)» καταδεικνύει τη σαφή βούληση του νομοθέτη να περιοριστεί η εφαρμογή της διάταξης σε αυτό το είδος εισφορών.
Κατόπιν όλων των ανωτέρω γίνεται σαφές ότι δεν μπορεί να αποδίδεται στον έλληνα νομοθέτη η βούληση να επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής του α.ν. 86/1967 σε εισφορές άλλες πέραν των εργοδοτικών και των παρακρατούμενων, όταν σε σωρεία νομοθετικών κειμένων, που τέθηκαν μετά το 1967, δεν προέβη ποτέ στην απλούστατη διαγραφή μίας λέξης: «(εργοδοτικών)», που παραμένει στο κείμενο του νόμου περιορίζοντας ξεκάθαρα την εφαρμογή του μόνο επί εισφορών που μπορούν να περιγραφούν με αυτή. Δεν το έκανε μολονότι προέβη σε τροποποιήσεις του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 τρεις φορές μόνο μέσα στο 2012 (ν. 4038/2012, 4075/2012 και 4087/2012)!!! Φρονώ πως είναι αρκετές για να θεωρήσουμε ότι άφησε τη λέξη αυτή εκεί σκόπιμα…
Σε κάθε περίπτωση σαφής ορισμός της έννοιας των εργοδοτικών εισφορών δίνεται ρητά και πανηγυρικά στην ευρωπαϊκή νομοθεσία:
«Εργοδοτικές κοινωνικές εισφορές (D.12)
4.08 Ορισμός: Οι εργοδοτικές κοινωνικές εισφορές είναι κοινωνικές εισφορές που καταβάλλουν οι εργοδότες σε οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης ή σε άλλα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης που συνδέονται με την απασχόληση, με σκοπό να εξασφαλίσουν κοινωνικές παροχές για τους εργαζομένους τους». (παράρτημα Α, Κεφάλαιο 4 παράγραφος 4.08 του  Κανονισμού υπ’ αριθ. 549/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 για το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 174 της 26/06/2013 σ. 0001 - 0727). 
Ο ανωτέρω ορισμός είναι, βεβαίως, προφανής αλλά ενισχύεται έτι περαιτέρω κατ’ αντιπαραβολή προς τον ορισμό, στο ίδιο νομοθέτημα, των υπολοίπων κοινωνικών εισφορών υπό τον όρο «κοινωνικές εισφορές νοικοκυριών (D.61)»:
«4.100 Ορισμός: Οι πραγματικές κοινωνικές εισφορές νοικοκυριών είναι κοινωνικές εισφορές που καταβάλλονται για δικό τους λογαριασμό από τους μισθωτούς, τους αυτοαπασχολούμενους ή τους μη απασχολούμενους στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης».
Εξ όλων των ανωτέρω καταδεικνύεται και σε νομικό επίπεδο αυτό που, ούτως ή άλλως, είναι προφανές και, πιθανότατα, δεν ήταν καν αναγκαίο να θεμελιωθεί με όλα τα παραπάνω: Ότι η λέξη «εργοδοτικές» ως προσδιοριστική των ασφαλιστικών εισφορών που περιγράφονται στον α.ν. 86/1967, αναφέρεται στις ασφαλιστικές εισφορές, που οφείλουν οι εργοδότες στα ασφαλιστικά ταμεία των εργαζομένων τους και όχι τις εισφορές που οφείλει κάθε αυταπασχολούμενος επαγγελματίας στο ασφαλιστικό ταμείο, που ασφαλίζεται ο ίδιος.
Η άσκηση ποινικής δίωξης βάσει του άρθρου 1 § 1 του α.ν. 86/1967 για τη μη καταβολή εισφορών επαγγελματιών προς το ασφαλιστικό τους ταμείο αποτελεί μη νόμιμη αναλογική εφαρμογή της εν λόγω διάταξης για πράξη που δεν προβλέπεται με αυτή. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Α.Π. σε Ολομέλεια δεν έχει δεχθεί ως νόμιμη την αναλογική εφαρμογή του άνω άρθρου σε περίπτωση πολύ πιο κοντινή (μη καταβολή εργοδοτικών εισφορών προς το Ν.Α.Τ. βλ. ΑΠ Ολομ 587/1991, ΠοινΧρ ΜΑ’ σελ. 1120).
Συνεπώς, η αναλογική εφαρμογή της άνω ποινικής διάταξης κατά τον τρόπο αυτό, ήτοι για την ποινική δίωξη επαγγελματιών κάθε είδους για τη μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών που οφείλουν για την ασφάλιση των ιδίων, η οποία δεν εμπίπτει στο πραγματικό της εφαρμοζομένης διάταξης, είναι απολύτως ανεπίτρεπτη και απαράδεκτη, καθώς αντίκειται σε θεμελιώδεις συνταγματικές αρχές προστατευόμενες σύμφωνα με τα άρθρα 5 § 3 και 7 § 1 του Συντάγματος, το άρθρο 1 του Π.Κ. καθώς και το άρθρο 7 § 1 της Ε.Σ.Δ.Α.
Αθήνα, 13-3-2014
Κωνσταντίνος Αθ. Ζηκογιάννης
Δικηγόρος Αθηνών
     τηλ. επικοινωνίας 210-6411518
     email zikogiannislaw@gmail.com

Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΩΞΗΣ ΓΙΑ ΟΦΕΙΛΕΣ ΣΕ ΟΑΕΕ

Είναι κοινώς γνωστό ότι ο ΟΑΕΕ και παλιότερα το ΤΕΒΕ καταδιώκουν (και) ποινικά τους ασφαλισμένους τους για τη μη καταβολή εισφορών.
Θεωρώντας εξ ορισμού παράλογη αλλά και παράνομη την επένδυση της προσπάθειας διοικητικού καταναγκασμού προς είσπραξη με το μανδύα της "ποινικής μεταχείρισης", επιχείρησα να μελετήσω το νομικό πλαίσιο αυτής της ποινικής διαδικασίας.
Συνοπτικά το αποτέλεσμα ήταν το ακόλουθο:
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η διάταξη που εφαρμόζεται είναι αυτή του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967, κατά ανεπίτρεπτη (κατά την άποψή μου) αναλογική επέκταση του πεδίου εφαρμογής της, όπως θεσπίζεται ρητά στο γράμμα αυτής, καθιστώντας απαράδεκτη κάθε τέτοια ποινική δίωξη ως αντικείμενη σε θεμελιώδεις συνταγματικές αρχές προστατευόμενες σύμφωνα με τα άρθρα 5 § 3 και 7 § 1 του Συντάγματος, το άρθρο 1 του Π.Κ. καθώς και το άρθρο 7 § 1 της Ε.Σ.Δ.Α.
Παραθέτω αμέσως κατωτέρω αυτή τη μελέτη προκειμένου να μπορεί οποιοσδήποτε να τη δει και να τη χρησιμοποιήσει.
Πρέπει να επισημάνω τα εξής:
  • Αναμένω και θα δεχθώ με χαρά κάθε αντίθετη άποψη προς συζήτηση και προβληματισμό. Πιθανότατα πολλοί νομικοί, επαρκέστεροι εμού, μπορούν είτε να αντιλέξουν είτε να ενισχύσουν τις απόψεις μου.
  • Η μελέτη μου είναι στη διάθεση κάθε συναδέλφου δικηγόρου για να τη χρησιμοποιήσει, εάν το κρίνει σωστό. Αν το θέλει, ευχαρίστως να συνεισφέρω και εγώ σε αυτό.
  • Είναι επίσης στη διάθεση και οποιουδήποτε άλλου, αλλά πρέπει να επιστήσω την προσοχή στο γεγονός ότι η προβολή της χωρίς νομική συμπαράσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη και περίπλοκη.
  • Σε κάθε περίπτωση είμαι ο ίδιος στη διάθεση οποιουδήποτε είτε για να τον υπερασπιστώ προσωπικά είτε για να εξηγήσω, στο μέτρο του δυνατού, πώς θα μπορούσε να προβάλλει κανείς και μόνος του το σχετικό ισχυρισμό ενώπιον Δικαστηρίου.
Ολόκληρο το κείμενο της μελέτης στο παρακάτω link:

http://rapidshare.com/share/B1B36D2C8589CA09778919EFE3D2F745

Οδηγίες: Πατήστε στο link που σας οδηγεί σε μία κεντρική σελίδα της rapidshare. Εκεί πρέπει να πατήσετε το σύνδεσμο "TO DOWNLOAD" που θα σας οδηγήσει στην επόμενη σελίδα όπου βρίσκεται το αρχείο σε μορφή pdf. Πατώντας πάνω στο όνομα του αρχείου "ΟΑΕΕ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΕΣ ΟΙ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΔΙΩΞΕΙΣ" κατεβαίνει το αρχείο στον υπολογιστή σας.

Αθήνα, 13-3-2014
Κωνσταντίνος Αθ. Ζηκογιάννης
Δικηγόρος Αθηνών
     τηλ. επικοινωνίας 210-6411518
     email zikogiannislaw@gmail.com